ΚΙΝΗΣΗ ΑΠΟ ΑΝΩ (ΜΕΣΑ), ΠΡΟΣ ΤΑ ΚΑΤΩ (ΕΞΩ)

Πρώτα προκύπτει το βίωμα, και μετά η οποιαδήποτε αντιληπτική, σκεπτική, (και κατόπιν λεκτική, ή ακόμα και συγγραφική) προσπάθεια οιανδήποτε προσέγγισης, (κατεβάζοντας κατά αυτόν τον τρόπο σαφώς ότι βιώθηκε, και φυσικά περιορίζοντας το με αυτή την προσπάθεια), κι αυτό, μόνο για να αγγιχθεί με την περιγραφή ώστε να γίνει διαθέσιμο για  υποψιασμό, ως φάρος προστασίας, ή απλώς για να δειχθεί  ο δρόμος για ίδιο, ή (γιατί όχι), ακόμα και για βαθύτερο βίωμα.

Και όχι για να «καταλάβουμε» απλώς κάτι. Αν απλώς το καταλάβουμε, τότε ήδη το έχουμε επεξεργαστεί διανοητικά, οπότε έχουμε βγάλει και τα ανάλογα συμπεράσματα, αλλά όχι τελικά επειδή έγινε «κτήμα μας», (και αφορά εμάς για εμάς), αλλά επειδή το προσαρμόσαμε στους ήδη υπάρχοντες περιορισμούς μας, με οδηγό τις γνώσεις που διαθέτουμε. (Άρα, το προσαρμόσαμε στον ήδη γνωστό κόσμο μας, οπότε δεν μας εξυπηρετεί στο ελάχιστο στο να επεκτείνουμε την υπάρχουσα αντιληπτική μας συνειδησιακή θέση). Έχουμε ήδη καταλήξει οπότε σε μία συγκεκριμένη, (αν και πολλές φορές όχι και τόσο ξεκάθαρη) άποψη γι’ αυτό που συλλαμβάνουμε.

Και που «βρομάει» το πράγμα σε όλο αυτό; Στο γεγονός, πως έχουμε εμείς οι ίδιοι «φτιάξει» ένα σενάριο τελικά για το τι λαμβάνει η αντίληψη μας, (που σημαίνει πως δεν την αφήνουμε ελεύθερη), και αυτό είναι που αποκλείει εντελώς το να αφορά κάτι αληθινό γιατί το αληθινό, δεν αποτελείται ούτε από «απόψεις», ούτε από «σενάρια». Το αληθινό, ή είναι έτσι, ή δεν είναι. Δεν προτάσσει δεδομένα μέσα από τα οποία κάνουμε διαλογή για το πιο θεωρούμε καλύτερο, ή μας βολεύει περισσότερο ώστε να το υιοθετούμε. Απλά, βιώνεται.

Μια και το βίωμα το ίδιο έχει όλες τις πληροφορίες ως αυταπόδεικτη γνώση  κι αυτό, πάντα υπό μορφή αποκαλύψεων (πολλές φορές τόσο τρανταχτών που μας συνταράσσουν). Έτσι, φτάνουμε ν’ απορούμε και οι ίδιοι πως και τόσον καιρό δεν μπορούσαμε να δούμε όπως τώρα, ενώ πάντα βρίσκονταν (και βρίσκονται) τα πάντα μπροστά μας.