ΑΓΝΗ ΝΟΗΜΟΣΥΝΗ

Είμαστε Συνείδηση. Καθαρή, Πλήρης Συνείδηση.
Είμαστε, η Συνείδηση των πάντων…

Ένα ανθρώπινο ον, που γεννιέται (ας πούμε,) εδώ στη γη, γεννιέται έχοντας αυτήν ακριβώς την Καθαρή  Συνείδηση (που είναι η ίδια, η μία Συνείδηση όλων μας).

Εξαιτίας όμως του ότι δεν μπορεί ως μωρό να συντηρήσει τον εαυτό του, μια και δεν γνωρίζει το περιβάλλον ως ύλη, (εφ’ όσων η καταγωγή του είναι από αλλού…), και εξαιτίας βέβαια και του ρούχου μέσα στο οποίο κατοίκησε, (που δεν είναι άλλο από το σάρκινο σώμα),  του παρέχεται από το περιβάλλον η αναγκαία «εκπαίδευση», ώστε να μάθει κατ’ αρχήν να επιβιώνει εδώ. Η εκπαίδευση αυτή όμως, (που βασίζεται σε μια αρχαία παράδοση, που εξελίχθηκε από το βαθύ παρελθόν της εποχής των σπηλαίων, μέχρι τον πολιτισμένο κόσμο του σήμερα), αφορά μία «διαμόρφωση» του ατόμου, που ενώ θα έπρεπε να του παρέχεται η άνεση, να ζήσει ως αυτό που Πραγματικά Είναι, (που δεν γίνεται σε καμία περίπτωση), αλλά ούτε και σταματά στο να μάθει απλά να επιβιώνει (που αφορά βέβαια τα βασικά ως τροφή, στέγη, ατομική ελευθερία…)

Αντίθετα, εκπαιδεύεται και ουσιαστικά «διαμορφώνεται» όχι να μάθει να σκέφτεται, αλλά τι να σκέφτεται. Όχι να του αποκαλυφθεί με τη βαθιά προσωπική του έρευνα τι είναι ο ίδιος, αλλά ποια θρησκεία πρέπει να πιστεύει. Αντί να ανακαλύπτει λοιπόν, του παρέχεται τι να πιστεύει γενικότερα. Να ακολουθεί λοιπόν σαφώς τις «παραδόσεις» του τόπου στον οποίο γεννήθηκε,  κλπ. Προγραμματίζεται, παρά μαθαίνει τι είναι αυτός ο κόσμος. (Που έτσι θα έπρεπε να είναι…)

Όλα τα παραπάνω, έχουν ως αποτέλεσμα, (επειδή ακριβώς η προσοχή του είναι στο πώς να αντεπεξέλθει στο περιβάλλον), να «ξεχνάει» την Αθώα αίσθηση του εαυτού του, την οποία είχε κατά την γέννηση του, με αποτέλεσμα να γίνει ένα με αυτά που του δίδαξαν.

Έτσι, αντί να βιώνει αυτό που Πραγματικά είναι, μαθαίνει να ΠΙΣΤΕΥΕΙ ακράδαντα ότι είναι, αυτό ακριβώς που του μάθανε. Η ίδια η αρχική Ενιαία Αντίληψη του δηλαδή, πίστεψε, πως είναι ένα ξεχωριστό άτομο ως «εγώ». Ξεχωριστό από τον κάθε άλλον, το κάθε τι άλλο αυτού του κόσμου, και βέβαια, ξεχωριστό από τη Φύση που τον περιβάλει (και άρα, αποκόπτεται φυσικά από την Αρμονία και τη Διδαχή της, που είναι η ουσία της δικής του Φύσης).

Αυτό όμως που διαμορφώνεται ως άτομο ξεχωριστό με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, (εξαιτίας της ταύτισης της Συνείδησης), είναι η ίδια η Συνείδηση όλων μας (ως η ουσία που βρίσκεται στα πάντα), εγκλωβισμένη όμως πια, ως ένα «ξεχωριστό» άτομο, κι αυτό να συμβαίνει ταυτόχρονα, σε κάθε άνθρωπο σε αυτόν τον  πλανήτη. Η ίδια η Συνείδηση όμως, (στο επίπεδο κραδασμού της) παραμένει, Είναι, πάντα η Καθαρή, Αγνή Συνείδηση των πάντων.

Μέσω της παρατήρησης, (προσοχής, εγρήγορσης), της εξέτασης, και της εις βάθος κατανόησης (ως διαπίστωση) όλων των παραπάνω, ότι πράγματι πρόκειται για πραγματικό γεγονός, επιτυγχάνεται τελικά μέσω της εργασίας η αποταύτιση. Τότε, η ίδια Αντίληψη (Συνείδηση) που «διαμορφώθηκε», απλά «διαπιστώνει», συλλαμβάνει, αντιλαμβάνεται και βιώνει, (της γίνεται επίγνωση), πως ποτέ τελικά δεν περιορίστηκε. Μόνο «νόμιζε» πως περιορίστηκε. Κι αυτό, γιατί πάντα Είναι, αυτό που Είναι…

Και θα ρωτήσει κανείς: Γιατί σε κάποια άτομα γίνεται, ή φαίνεται ότι γίνεται η κατανόηση και διαπίστωση όλων των παραπάνω πιο εύκολα, ενώ σε άλλα όχι;

Κατ’ αρχήν τι θα πει «κάποια άτομα»; Μιλάμε για κατάσταση που δεν έχει διαχωρισμούς. Δεν υπάρχουν διαχωρισμοί, όπως άτομα. Η ίδια η Συνείδηση το κάνει ΟΛΟ αυτό. Όχι κάποιος, μέσα σε κάθε άτομο. Η ουσία της Συνείδησης που είναι η ίδια, μέσα στον καθένα μας. Δεν υπάρχει (όπως ήδη ειπώθηκε) «κάποιος» που το κάνει, ούτε «κάποιος» που αποφασίζει «για τον εαυτό του». Όλες οι αποφάσεις που «νομίζουμε» πως παίρνουμε, προέρχονται από την θέση μέσα μας αυτού του δημιουργημένου (από τη Συνείδηση) «εγώ». Όλες. Γιατί όταν έρθει η βαθιά Συνειδητοποίηση, και βίωση της Ενιαίας Συλλογικής Συνείδησης, τότε αυτή είναι που αναλαμβάνει τις διευθετήσεις του φαινομενικού μόνο εαυτού μας, ώστε να ζούμε, (και ζούμε), χωρίς κανένα από τα προβλήματα, που θεωρούσαμε μόνο ότι είχαμε ως «εγώ». Αναλαμβάνει η Ενιαία Συνείδηση, που είμαστε εμείς... Αυτή είναι η Συνειδησιακή «θέση», «βάση» μέσα μας. Έτσι κι αλλιώς Συνείδηση (κάποιου βαθμού,) έχουν τα πάντα.

Απλά αυτό που χρειάζεται, είναι η Καθαρή (πλέον) Συνείδηση, να ακολουθεί τις υποδείξεις (ώσεις) της Νοημοσύνης (και όχι της περιορισμένης Σκέψης, που την εγκλώβισε προηγούμενα σε κάποιο «εγώ»).

Γιατί όπως η σκέψη (ως η παγιωμένη, κατασκευασμένη λογική), είναι ανώτερη από το ένστικτο,
και η Αντίληψη είναι Ανώτερη από τη Σκέψη,
κατά τον ίδιο τρόπο η Νοημοσύνη, είναι ανώτερη από την Αντίληψη.
Αυτό σημαίνει, πως η Αντίληψη, μέσω της Λειτουργίας της Νοημοσύνης, γίνεται Επίγνωση.

Έτσι συμπεραίνεται, πως σε κάθε επίπεδο που διακρίνονται όντα να κατοικούν σε κάθε στάδιο της δημιουργίας, είναι ακριβώς αυτό το επίπεδο που πρέπει να ξεπεράσουν, (μέσα από το σώμα το οποίο εκλαμβάνουν, ή δανείζονται προσωρινά). Κι αυτό, υπακούοντας τις ωθήσεις του αμέσως επόμενου σταδίου, επιπέδου, πεδίου, που είναι σαφώς ανώτερο, λεπτοφυέστερο, πιο ολοκληρωμένο, και πιο κοντά στην Πραγματική Φύση της Ύπαρξης. Έτσι προχωρά η «εξέλιξη, και αυτή ακριβώς είναι η κίνηση του ρεύματος της ζωής μέσω της Δημιουργίας.

Το «κόλλημα» σε ένα επίπεδο, δεν είναι τίποτε άλλο από στασιμότητα. Μια και η ίδια η ζωή σε τέτοια περίπτωση δε ρέει. Μόνο ανακυκλώνει το γνωστό… Δεν έρχεται το καινούριο. Δεν προχωρά η ροή αβίαστα. Κι αυτή ακριβώς, είναι η αιτία που τα όντα βασανίζονται. Που φέρνει απελπισία, φόβο, πόνο, απόγνωση…

Ως το κάθε ανώτερο επίπεδο λοιπόν πιο διευρυμένο, πιο ολοκληρωμένο, πιο σαφές, και πιο πλούσιο, αναγνωρίζεται και βιώνεται από τα όντα, δίνοντας έμφαση, όχι στον κάθε φορέα, (στο κάθε ρούχο, σώμα, που αποτελείται από την ύλη του αντίστοιχου πεδίου, που είναι  για να τα κάνει να «εμφανίζονται» μόνο πως κατοικούν στο ανάλογο πεδίο), αλλά από την εσωτερική ώθηση που συλλαμβάνεται, (πέραν της σκέψης που εγκλωβίζει), ώστε να προχωρά ανεμπόδιστα, (και άρα χωρίς πόνο), το ατέρμονο ταξίδι της ροής της ζωής.

Στο παρόν πεδίο του γήινου κόσμου, (με το ανάλογο υλικό ρούχο όπως αναφέρθηκε), για όσο υπάρχει μία εστία της ζωής εδώ, (δηλαδή σε κάθε ανθρώπινο ον), έχει την (σε λανθάνουσα κατάσταση) ικανότητα μέσα της, (η εστία ζωής), να «γνωρίσει» και να βιώσει, πολύ ανώτερα επίπεδα (με τη σειρά), ώστε να εγκατασταθεί (και να ζει), στο ανώτερο επίπεδο που προσεγγίζει. (Και έχει αναγνωρίσει, διαπιστώσει, και ουσιαστικά βρίσκεται). Φυσικά κατανοώντας απόλυτα, (και βιώνοντας), όπως και χρησιμοποιώντας κατά βούληση, (ως Νοημοσύνη), όλα τα πεδία (επίπεδα, με τα ανάλογα χαρακτηριστικά του καθενός), από το ανώτατο που προσέγγισε, μέχρι και αυτό, που μόνο φαινομενικά θεωρείται ότι είναι και το επίπεδο στο οποίο ζει. (Γιατί ακόμα κατέχει το φορέα, σώμα, με την ανάλογη ύλη του πεδίου, στο οποίο μόνο προσωρινά βρίσκεται...)

‘Έτσι, δεν λειτουργούν ακατανόητα και τυφλά μέσα του (οι δυνάμεις των πεδίων), προκαλώντας  του σύγχυση, ανισορροπία και συγκρούσεις, αλλά βαθιά κατανόηση, για τη λειτουργία του όλου συστήματος των κόσμων. Δηλαδή της Δημιουργίας.

Και τι «μιλάει» μέσα μας, (ως Εμείς), αν η Συνείδηση είναι καθαρή, και Άδεια, που δεν έχει καμία σχέση με σκέψη, και που αν δεν το έχει βιώσει κανείς το «μπερδεύει» με τη σκέψη γιατί δεν το ‘χει γνωρίσει;

Μα η αγνή Νοημοσύνη είναι που «μιλά» μέσα στη Συνείδηση, μόνο όταν όμως η προσοχή της, πάψει να είναι στη διαίρεση, το διαχωρισμό, και τη διαμόρφωση, και βιώσει την Ενότητα.

Γιατί εδώ που τα λέμε, η ματαιότητα όλων όσων διδάχθηκε η Αντίληψη, (που την ανάγκασε να προσαρμοστεί σε έναν περιορισμό, κι αυτός είναι η μικρή και περιορισμένη συνείδηση που έχει ο κάθε άνθρωπος ως «εγώ», και ως «οι άλλοι έξω από μένα») είναι που τελικά την κάνουν να διαπιστώνει, πως δεν δουλεύουν όλα όσα της μάθανε, για να νιώθει ολοκληρωμένη κι ελεύθερη η Ύπαρξη. Γιατί η Ύπαρξη, ζητά Ελευθερία... Αυτό κάνει το ανθρώπινο ον (ως Συνείδηση βέβαια), να ξεκινήσει ώστε να ανακαλύψει, (αλλά τελικά να του αποκαλυφθεί), το «που» ΔΕΝ υπάρχει ματαιότητα, ώστε να το βρει και να ζήσει  πλέον σε αυτό.

Όσο λοιπόν ο άνθρωπος, νομίζει πως είναι ένα μεμονωμένο «εγώ», και ελπίζει σε μία ζωή στην ύλη, θεωρώντας πως η ευτυχία θα έρθει σε ένα μέλλον μέσω των εξωτερικών διαδικασιών, και υλικών πραγμάτων αυτού του κόσμου, δεν ξυπνάει.

Παραμένει στον ύπνο του, και απλά ονειρεύεται. Και όρθιος στις καθημερινές του δραστηριότητες, και φυσικά όταν κοιμάται. Οι δύο όψεις όμως αυτές, δεν είναι άλλες, από δύο όψεις της Ύπαρξης του. Της εγρήγορσης στην καθημερινή ζωή, και του θανάτου…

Γιατί μην θαρρούμε πως στο θάνατο πάμε κάπου αλλού. Ότι πόνο, αγωνία, άγχος, και φόβο κουβαλάμε, τα ίδια συναντάμε και ως το θάνατο. Μόνο που απλά κατά το θάνατο, δεν έχουμε υλικό φορέα. Γι’ αυτό η ανάγκη για αφύπνιση και ξύπνημα, είναι τόσο μα τόσο ζωτικής σημασίας. Γιατί είμαστε φυλακισμένοι. Είμαστε φυλακισμένοι, και ζούμε μια πλάνη. Όλοι μας. Την πλάνη, του ίδιου του Εαυτού μας…